- ἀντιβιβλίον
- ἀντιβιβλίον, τό,A counter-account, PFlor.388.48 (i A.D.); counter-summons, Just.Nov.53.3.2 (ἀντιβίβλῳ codd.).
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
αντιβιβλίον — ἀντιβιβλίον, το (AM) αντίβιβλος … Dictionary of Greek
ἀντιβιβλίῳ — ἀντιβιβλίον counter account neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βιβλίο — Σύνολο φύλλων χαρτιού, περγαμηνής ή άλλου υλικού, τυπωμένων ή χειρόγραφων, δεμένων μαζί ώστε να αποτελούν έναν τόμο, προορισμένο για κυκλοφορία. Η ιστορία του β. καλύπτει μια περίοδο πάνω από 5.000 ετών και είναι κατά μεγάλο μέρος ιστορία του… … Dictionary of Greek